desarraigo - ορισμός. Τι είναι το desarraigo
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι desarraigo - ορισμός


desarraigo         
sust. masc.
Acción y efecto de desarraigar o desarraigarse.
desarraigo         
desarraigo
1 m. Acción de desarraigar[se].
2 Situación de desarraigado.
desarraigo         
Sinónimos
sustantivo
Antónimos
sustantivo
1) acercamiento: acercamiento, arraigo
2) difusión: difusión, expansión

Βικιπαίδεια

Desarraigo
Desarraigo es la pérdida o corrupción de las raíces sociales y familiares sufriendo la identidad personal un extrañamiento o pérdida de sentido vital, cultural y social. El desarraigo repercute en la vida emocional de las personas y los grupos sociales.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για desarraigo
1. Al desarraigo se añade además ese desconocimiento", sostiene Lévédere.
2. Historia de puertos, de desarraigo, de desentendimiento, de soledades.
3. Es decir, se enfrentarían a una nueva situación de desarraigo.
4. Varios de ellos relatan a EL PAÍS su drama de desarraigo e identidad perdida.
5. Crearon "Migrantas". E invitan a inmigrantes a expresar con dibujos su desarraigo.
Τι είναι desarraigo - ορισμός